|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αυθυποταγή? — — θώς — απελπισμένα — αχρείος — ιταμώς — ζαμπουνεύω — γυναικίστικος — χαμηλόφωνος — ευφυολογία — ταρίφα — ζεύγλα — ακριδοκτόνος — γεροκουτεντές — ταραγμένος — αποδίωξη — ψίλωση — εφόρμηση — Φωτούλα — αδελφοποίηση — ζαρώνω — μοναχισμός — ανέλκωσις |
|||