ενδοσκόπιο

формы словаβ
ενδοσκόπιο
το мед. эндоскоп



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово эндоскоп? — ενδοσκόπιο
как с (ново)греческого переводится слово ενδοσκόπιο? — эндоскоп


τραχηλικόςβεργινάδαεπισκευάζωεπταήμεροςπαραθεριστήςσύγκλυσημπαλαμουτιάζωανδράποδοαπάρθενοςεσωθικάυδροφαντικήαντρίκειοςεισπηδώμπουκαλάκιασταχυολόγητοςστεγανοποιούμαιχαρτομάντιλοκαρμανιόλακόροςκασονιάζωεπικρατέστερος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit