|
ο юр. авалист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово авалист? — τριτεγγυητής как с (ново)греческого переводится слово τριτεγγυητής? — авалист — ανεμολόγος — πλωτός — ξοδευτής — περαιτέρω — αστισμός — λοκόπερδον — ωκεανός — παρεμβάλλομαι — μαριονέττα — ηλιόμορφος — εξίτηλος — ελαφρόπιστος — βύθιση — αφαλός — οπόθεν — διαμιλλώμαι — υπαλλαγή — λεμβούχος — ζωολατρεία — κληρονομάω — επισήμασμα |
|||