Новогреческий словарь
εξείπον
εξείπον
αόρ. от εξαγορεύω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξείπον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απόμακρα
—
λαυλακιάζω
—
γκαινιάζομαι
—
τυροποιούμαι
—
συμπατριώτισσα
—
μεσουράνημα
—
μουσαφιρλίκι
—
διάδρομος
—
ξεκουτιάζω
—
μεταρσιωτικός
—
πάπυρος
—
αρχεύω
—
λιογέννητος
—
δίστηλος
—
σαξονικός
—
κατασκορπάω
—
αντιλαλώ
—
αραβική
—
αναλειωτός
—
ερμηνευτός
—
διάγλυμμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,