|
ο лжеумный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лжеумный? — ξυλόσοφος как с (ново)греческого переводится слово ξυλόσοφος? — лжеумный — διακλήρωση — χωρομετρικός — αποδεκατίζω — ζωδιακός — ανυπομόνητος — κουμάρι — ψηλωσιά — κέραμος — παστός — νερόφιδο — χαρακτηρολογία — αποβιομηχάνιση — βαθυστόχαστος — αλλοτριολογώ — μελοποιούμαι — πουκαμισάδικο — απασχόληση — σκιώδης — ανατινάζω — θεαματικότης — λιπαντικά |
|||