|
η анат. аудиография, отография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аудиография? — ωτογραφία как на (ново)греческом будет слово отография? — ωτογραφία как с (ново)греческого переводится слово ωτογραφία? — аудиография, отография — απρέπεια — πλακούντας — παλιογυναίκα — ανάστροφη — ανισόρροπος — ξεγοφιασμένος — κωλοδάχτυλο — ακτήμων — κουμποθηλειά — αποκρύπτω — ξίκι — μουστακοφόρος — αυτοπροσωπογραφία — κοκκινέλι — μπάκακας — σάλα — πετσετένιος — θεοδολίτιο — ιππάριον — βιντεοκάμερα — περιττολόγος |
|||