|
ο крот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крот? — σφάλαγγος как с (ново)греческого переводится слово σφάλαγγος? — крот — εύξεινος — θαλασσοπνίχτης — καταχανάς — συνδετήρας — αρέγγα — σερσέμισσα — λεμφοκυτταρικός — μουλλώχνω — κωλοπαιδαρέλι — ωρίμανση — περικοπή — προκόπτω — εμποριολογία — άνετα — πιτύκι — ντόμπρα — ευεξία — τζίτζιρας — γιαουρτάς — μύστρισμα — περικαλλής |
|||