|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναύξητα? — — ανεφοδίαστος — λέκιθος — Αφγανιστάν — συνετά — δωδεκαετής — εφύγρανση — ελασματοποιώ — καθημέραν — γλωσσοκοπώ — πασσάλωση — ασυμμέτρως — μεφιστοφελικός — μοσχάτος — απωτέρω — αλαλομάρα — δωδεκάδα — σπιθηρίζω — τσιπουρομεζές — ψευδωνυμία — επαγγελία — ασχολούμαι |
|||