|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσελιγκοπούλα? — — ανασύνταξη — διάπλεγμα — εγχείρημα — ρουμανίζω — σοβατζής — απορράβω — αιρετικός — αρρωστιάρης — σκυλάκι — αχεροκάμωτος — άβλαβα — πολιτογραφούμαι — διεγέρτρια — δρω — ένδον — κουτσαβάκι — διακαίομαι — ντούζικο — γκάστρι — καυχησιολογώμαι — συνθλίβω |
|||