|
саблевидный, саблеобразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово саблевидный? — σπαθώδης как на (ново)греческом будет слово саблеобразный? — σπαθώδης как с (ново)греческого переводится слово σπαθώδης? — саблевидный, саблеобразный — αμακρος — συζητήτρια — φαγαρρώστεια — κοσμητική — απεσταλμένος — χριστόψωμο — άρβυκας — κλονίζομαι — βροχοσκόπηση — τουρίστας — σκυθρωπότητα — υπερπίεση — ανεπιεικής — διακηρύττω — εξυπνακίστικος — ωτίς — παραστρατάω — σοκακιάρης — χαλικώδης — διφθέρινος — λιανοτράγούδο |
|||