|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αψαχούλευτος? — — αλωπεκίαση — πελεκητής — ασσαλος — παραθερίστρια — έλκυση — διαφυλάσσω — μακελάρης — λάμπασμα — τουρκέτο — δικαιοσύνη — μακάτι — θηριοδαμάστρια — βατταρίζω — προσκύρωση — γέρακας — αλίγδιαστος — αρωματισμός — προσκυνώ — καρούλα — στείρα — Αρμένισσα |
|||