|
η скат, склон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скат? — κατηφοριά как на (ново)греческом будет слово склон? — κατηφοριά как с (ново)греческого переводится слово κατηφοριά? — скат, склон — ανειδοποίητος — αρκουδιστά — λαλιά — νόθον — θαλασσοβρεγμένος — ανάγνωσμα — σκιρτώ — σφριγηλότητα — εργολαβικός — υγροσκοπία — παγιδεύω — περιστολή — αυτοκαλούμαι — πεποικιλμένος — άρα — συμβουλευτικός — εξέθεσα — αναφωτίδα — κυνοπίθηκος — κασίδα — ιδεαλιστικός |
|||