|
αόρ. от παραινώ #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρήνεσα? — — διαγραμμίζω — μαχαλάς — καλυκουλκός — κινίνη — φροντισμένος — φυσικό — ευχέτης — λαλοπάθεια — ψώνισμα — σπερματοθήκη — αβυσσος — βρογχορραγία — αποκρουστικός — βαρυστομαχιά — δεκαεξάκις — δρεπανίζω — υαλογράφος — κονσερβοποιία — βλαχαντερό — αλτρουιστής — αιματοκυλώ |
|||