|
двенадцать раз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двенадцать раз? — δωδεκάκις как с (ново)греческого переводится слово δωδεκάκις? — двенадцать раз — δονζουύν — ειμαρμένον — αγρονόμος — φωτορεπόρτερ — αεριογόνο — μασκάρω — ακυρωσία — φωνακλάς — καμόρρα — ηλιαστήριο — απότις — πλιατσικολογημένος — αναψυκτικό — τρυφερότητα — εργένικος — στέππη — βλογιοκομένος — εναντιολογικός — τρουακάρ — κατάβαση — μαμουσάγκιον |
|||