|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ησυχαστήριο? — — γερόντισσα — τσαλάκα — εκμανθάνω — άτακτος — σόλο — εφτακοσάρα — ανασκησία — φαινομενικότητα — αναβροτήριον — ημιδιαφάνεια — σιούτος — επιστήθιον — φθόγγος — απογεματινός — βιοπαλαίω — δακτυλίδωση — ανόρυξη — ταξιδάκι — αντιβοώ — καταγραφεύς — μέντιουμ |
|||