ησυχαστήριο

формы словаβ
ησυχαστήριο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ησυχαστήριο? —


γερόντισσατσαλάκαεκμανθάνωάτακτοςσόλοεφτακοσάραανασκησίαφαινομενικότητααναβροτήριονημιδιαφάνειασιούτοςεπιστήθιονφθόγγοςαπογεματινόςβιοπαλαίωδακτυλίδωσηανόρυξηταξιδάκιαντιβοώκαταγραφεύςμέντιουμ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit