σκωληκοειδίτιδα

формы словаβ
σκωληκοειδίτιδα
η мед. аппендицит



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово аппендицит? — σκωληκοειδίτιδα
как с (ново)греческого переводится слово σκωληκοειδίτιδα? — аппендицит


παννένιοςμουστερίδισσαγυναικολατρείααντεννοκάταρτοοξοποιίανερομπογιάοκταγωνικόςκαλούδιαχνάριαμφισρήτησηονομαστίεξακοσιοστοεμπαίζωγωνίασμόςπεταγμένοςγλυκότηταγρανιτώδηςέχομαιατμοκινητήραςαντυτοςξεπρήζομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit