|
το покупка; закупка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покупка? — ψώνισμα как на (ново)греческом будет слово закупка? — ψώνισμα как с (ново)греческого переводится слово ψώνισμα? — покупка, закупка — σαγματοποιός — πουνέντες — αψίνθιον — στέγνωση — έν — πικάρω — γλαρόσουπα — ξεσκώ — λεονταρόψοχος — συνοφρυωμένος — ξαναζυγώνω — παχύς — δίνηση — φαρμακολογικός — σποροκαθαριστήριο — καφές — μετόπη — λαήνα — κωμικοτραγωδία — αστικοποιούμαι — περιοδικότητα |
|||