|
ο семинарист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово семинарист? — ιεροσπουδαστής как с (ново)греческого переводится слово ιεροσπουδαστής? — семинарист — χαρτόδετος — θά — ελμινθοειδής — εξακοσιόδραχμος — μικροεμπορευματική — σάλιασμα — χωνάκι — εγκατασταίνω — μονοπωλιστής — εξαμμάτιση — φλοίσβισμα — αφερτός — προσκομίζω — κατακύλιση — αναβαθμίση — αυτοπρόσωπος — θεόστραβος — αρρενογονικός — ανωφελής — εξωδερμίδα — αγορήτρια |
|||