|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κεντράκι? — — ανθυποναυπηγός — τροχιστικά — θά — απραγιά — σκεπτικότητα — ομαδοποίηση — απομανθάνω — απαραπλάνητος — φιλεοσπλαγχνία — κατοικήσιμος — θιά — διαγώγιον — πατώνω — χαλασμός — χιονότρυπα — φαλαινοθήρας — προβειά — σύναμμα — αντιπροεδρία — σιγαρέττο — τσισάκια |
|||