|
το иллюминатор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иллюминатор? — φινεστρίνι как с (ново)греческого переводится слово φινεστρίνι? — иллюминатор — μαντζέλλα — ψευματίζω — ανωφερειακός — περιχυμένος — προλειαίνω — ώχρα — ρομάντζο — αφηνιασμένος — σιγκούνο — βενζινάροτρον — καμηλάρης — απαρταμέντο — ασυντόνιστος — σκευή — μετάνοια — κυβερνήτης — αμαλγαμωτικός — ηπιότητα — αφιλολόγητος — ανάγνωση — ρικνούμαι |
|||