|
разделённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разделённый? — διηρημένος как с (ново)греческого переводится слово διηρημένος? — разделённый — δοκιούμαι — βλογάω — τσανακογλείφτης — μενταγιόν — κομψοτέχνημα — ανήξευρος — αστρομαντική — αξιοσημείωτος — εγκόλπιος — κανίσκι — τεφτέρι — ενήλιξ — αγυιόπαιδο — αμφιθαλής — γυροσκόπιο — λευτερώνω — πολφός — ευκολόπιαστος — εξευμενιστικός — ερειπώνομαι — κατακιτρινίζω |
|||