Новогреческий словарь
αξιωματικά
αξιωματικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αξιωματικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άφλεκτος
—
μπαλιά
—
βάρβαρος
—
γιομ-
—
προτείχισμα
—
χτενάς
—
διάχωση
—
ξηρολιθοδομή
—
σεισμογενής
—
πτολεμίζω
—
μικρέμπορος
—
Μαυροκορδάτος
—
τριβόλι
—
ένθρονος
—
σηκός
—
πωματισμός
—
άλτο
—
ηλιόφεγγο
—
υποχθόνιος
—
σπληναλγία
—
νεραντζιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве