|
утончаться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово утончаться? — απολεπτύνομαι как с (ново)греческого переводится слово απολεπτύνομαι? — утончаться — αλφαβήτα — μεταμαγεία — ο — ανακτίζω — κοκκινοτρίχης — εξαγγελία — διασάλευση — βράζω — άρνη — αποχώρημα — νιφάδα — ηφαίστειο — Πρωτημαρτιά — διάλεξη — οργιάζω — ποδίτσα — βιοπάλη — κοντόσταβλος — ζυθοπότις — βυζαστάρικο — πολυάνθρωπος |
|||