|
η измерение роста (живого организма) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово измерение роста? — αυξησιμετρία как с (ново)греческого переводится слово αυξησιμετρία? — измерение роста — γόσμα — νικήτρια — τεκνοποιητικός — εκκείμενος — μαγνολία — προστρίβω — εισαγωγικά — ολιγάριθμος — ναυλομεσιτικός — ψάρι — πολύχρονος — σπογγαλιείας — βλήτρον — σπιτάκι — αγροζημία — σύγκληση — εξονυχιστήριο — πασαίρνω — κάθετος — σαρακοστή — δραματογράφος |
|||