|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βλαπτικότητα? — — αναστατικός — Σπανιόλα — αντιλόπη — φαρυγγικός — εξωγκωμένος — ευκολονόητος — ανατυλίσσω — επιπεφυκίτις — χιλιοφορεμένος — μολογώ — εξαρτία — αγρίλλιαγος — αυτοπροσωπογραφία — εξύψωση — αφουγκραστής — άνηθο — αλλοπαθής — συρρικνούμαι — ξενοκίνητος — πιερόττος — γκρέκι |
|||