|
η 1) роман; 2) миф, выдумка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово роман? — μυθιστορία как на (ново)греческом будет слово миф? — μυθιστορία как на (ново)греческом будет слово выдумка? — μυθιστορία как с (ново)греческого переводится слово μυθιστορία? — роман, миф, выдумка — βαρυγγωμίζω — περίσφιγξη — ημεραίος — βαθρακοκοίλης — εικονικότητα — προμηνύω — τερατολογία — ρογχάζω — μονιμοποιούμαι — άρραφτος — υπομισθωτής — ανθρωπολογικά — κρασάκι — αποκαθάρισμα — θεατρικότητα — ματόκλαδο — προϊδέαση — υπερδιήθηση — μολυβδοσωλήνας — προικοθηρία — αναποκατάστατος |
|||