|
η взаимозависимость, взаимосвязанность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово взаимозависимость? — αλληλεξάρτηση как на (ново)греческом будет слово взаимосвязанность? — αλληλεξάρτηση как с (ново)греческого переводится слово αλληλεξάρτηση? — взаимозависимость, взаимосвязанность — καταπιστευματοδόχος — ανεκμυστήρευτος — σούρωμα — επικαταρώμαι — ζωοτεχνικός — φορμαλίνη — ελοχαρής — μυρωμένος — σκιώδης — καταχωρώ — ειδοποιός — δαχτυλογραφώ — ενδοσυνεννόηση — λεπιδόπτερα — ασημί — επιβήτωρας — χαλινός — αμέριμνα — λιχνίζω — λεβέντρα — ρινορραγία |
|||