|
η 1) вход; 2) узкая улица; 3) прилив #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вход? — έμπαση как на (ново)греческом будет слово узкая улица? — έμπαση как на (ново)греческом будет слово прилив? — έμπαση как с (ново)греческого переводится слово έμπαση? — вход, узкая улица, прилив — οστρακοειδή — εξίσχιος — τραγικοποιούμαι — υποβιταμίνωση — ακτοπλοΐα — πευκόδασος — ενθετικός — διάφραγμα — καταγγέλλω — χρεμετισμός — σκεπαστικός — λουτρατζής — αντιπροσωπευτικά — αμανίκωτος — φούρκα — φτωχοπερήφανος — ραμφίζω — φκειάνομαι — μοντάρω — ξεχαρβαλώνω — αδρόμαλλος |
|||