|
(-ιδος) η хим. меланит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меланит? — μελινίτις как с (ново)греческого переводится слово μελινίτις? — меланит — δυσκραής — παρακυλώ — ανθρακεμπορία — σάρκωμα — διάττων — διέκθλιψις — κατασκορπίζω — αλατοθήκη — ξεσποριάζω — αργόστροφος — τοσουλάκι — χόρδισμα — αφιλοσόφητος — καρυδώνω — νοστιμούτσικος — κόρδωμα — γραμματοσυλλέκτρια — αχλάδα — μάγειρος — πεψίνη — ξεχωρισμός |
|||