|
бот. смолоносный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смолоносный? — ρητινοφόρος как с (ново)греческого переводится слово ρητινοφόρος? — смолоносный — τονούμενος — ασπρόκωλος — μεθοδικώς — παινούμαι — σαγηνευτικός — ασημογόμαρο — αεριοωθούμενο — ντροπαλάδα — περγαμηνοειδής — αρχοντογιός — τρίφυλλο — εκκαμίνευση — δενδροβάτης — φθειριώ — τουρκόφιλος — γεφυρικός — αναιμία — νευροχειρουργική — κεραυνόβλητος — στολιδώδης — γυναικωτός |
|||