|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακαδημαϊκώς? — — συμπτωματικός — ασύρματος — πλήμνη — ποτάμιος — λεβίθρα — αθλοθέτης — συγκυριακά — αναπαμένος — ξενοδοχειακός — δωδεκαδάκτυλος — συμπεθερικός — όα — πυρεκβόλος — τριγενής — τραγανιστός — κυφότης — κολυμβητά — ιπταμαι — κοινότητα — ξαγναντευτής — ιχθυοπανίς |
|||