Новогреческий словарь
λειοσηρικόν
λειοσηρικόν
το
атлас
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
атлас
? —
λειοσηρικόν
как с
(ново)греческого
переводится слово
λειοσηρικόν
? — атлас
#
(ново)греческий словарь
—
μαζορέτα
—
πανοσιότης
—
παραμάνα
—
ευμορφάνθρωπος
—
πιέτα
—
γκρεμός
—
τσιγκλώ
—
ησυχαστής
—
μοιράστρα
—
συνεργάσιμος
—
σιταγωγός
—
γουβόσκυλος
—
αβόλετος
—
μυωπικά
—
επάναγκες
—
τσιμπιά
—
επιδειξίας
—
εναυσματοθέτης
—
κομπόστα
—
γουρουνοειδής
—
αφιλάνθρωπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве