|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεταβολίζω? — — αντεκδικήτρα — πεντάεδρος — εμφιάλωση — ιππεύω — αίρεση — μαγκοφέρνω — σύμπας — ξεπερνάω — γενεαλογούμαι — ορυκτό — λαρυγγίζω — εξοντωτικός — λικέρ — αυτογένεσις — πολυεθνής — μαϊμούδισμα — ευθυγραμμίζομαι — αντίθεος — ερχομός — ψίκι — υποχρεωτικότητα |
|||