|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σουρεαλιστικός? — — βραδινό — ανικτερικός — ανοδικά — δίκελλα — λουτρίς — ρώσικα — σκατοφάγος — κεκαλυμμένα — εποχή — πλινθοδομή — διορθώτρια — πλαισιωτός — ανάβγαλμα — σθεναρά — σταχιάζω — σκωροφάγωμα — δυναμομηχανή — φουντουκής — διγώνιος — πούρο — πολλοστός |
|||