|
ο грузчик; носильщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грузчик? — αχθοφόρος как на (ново)греческом будет слово носильщик? — αχθοφόρος как с (ново)греческого переводится слово αχθοφόρος? — грузчик, носильщик — επαναδραστηριοποιώ — υπερκαλύπτω — καθισματάκι — διπλοβαρής — σαβάλη — εδεήθην — υπόχρεως — αναβίβαστρον — αμνηστεία — λαπάς — σάλιαγκας — υδροτεχνία — παρακρατώ — ατράνευτος — αμπελόφυλλο — ένρινος — φλοκκιαστός — καταστάλαγμα — ανακίνημα — τσιρλίζομαι — παραλλαγμένος |
|||