|
(-ιδος) η та(__,__) кто бродит по лесу #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово та, кто бродит по лесу? — δρυμοβάτις как с (ново)греческого переводится слово δρυμοβάτις? — та, кто бродит по лесу — τιμαριούχος — μελιτριόζη — οικοκυρά — λιθόστρωτο — εξομάλυνση — εξατάξιος — περιγελάω — Αρωμούνος — πάρεδρος — ανδράριον — μαστορική — ποδηλασία — αυτοκατευθυνόμενος — πρωθυπουργός — όστις — καμαρωμένος — θεοβλαβούμενος — νοσταλγός — συγχρόνιση — αυτοκτονών — φεγγαρομαγουλάτος |
|||