Новогреческий словарь




διπλωτής

διπλωτ|ής
ο упаковщик (газет, книг, тканей и т. п.)


внешние ссылки озвучка | ru.wiktionary | el.wiktionary | en.wiktionary | greek-language.gr |



как на (ново)греческом будет слово упаковщик? — διπλωτής
как с (ново)греческого переводится слово διπλωτής? — упаковщик


#(ново)греческий словарьφαλιρώδασκάλαινακαρυοθλάστηςαντικαπιταλιστικόςδημιουργικάζωεμπόριοένδονμπουζουξίδικοξεφάντωσηνεοττεύωμιξοπάρθενησωριάζωανθρακωρυχίαξαρμπουρίζωπούςχάραξηπαρακάμπτωβεβήλωσημεθοδολογικόςξαγρυπνιάεξομπλιάζω


Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω







латышский словарь, литовский словарь, шведско-русский словарь,