|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово όγδοο? — — κουσκουσουριά — συμπαραλαμβάνω — γόητρο — αγγειοδιαστολή — χοντροπελεκώ — πατητός — έγια! — αφίλητος — αυτοθιγενής — ελευθεροτέκτονας — τσαπατσούλης — μεταπλάσσω — μπάμπω — ρέψιμο — ταριχεύομαι — αθεατρίνιστος — πολυχρόνιο — αφιερωτικός — ραχατλίδικος — κοιμητήριο — εκκωφαίνω |
|||