Новогреческий словарь
πασχαλινός
πασχαλινός
пасхальный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пасхальный
? —
πασχαλινός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πασχαλινός
? — пасхальный
#
(ново)греческий словарь
—
σκορδοφάγος
—
καθαρτήριος
—
καλοστεκάμενος
—
γωνιογράφος
—
συρτοθηλειά
—
παρεισδύω
—
δονούμαι
—
αποχωρώ
—
ένηχος
—
γκαβός
—
λυκοπάνθηρος
—
εγκιβωτίζω
—
προπλάττω
—
κατακρύπτω
—
εγχύμωση
—
βρίθω
—
διανάκτης
—
χοιράδες
—
παξιμάδιασμα
—
αυγαταίζω
—
κόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве