Новогреческий словарь
αβράχνιαστος
αβράχνιαστ|ος
неохрипший; чистый
(о голосе)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
неохрипший
? —
αβράχνιαστος
как на
(ново)греческом
будет слово
чистый
? —
αβράχνιαστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αβράχνιαστος
? — неохрипший, чистый
#
(ново)греческий словарь
—
φτερνί
—
υδροκριτικός
—
επιστήμη
—
παράβλαστο
—
κληδονίζω
—
προπέλλα
—
εξιλεώνομαι
—
δυϊστικός
—
ανησυχώ
—
μασουλώ
—
αντισταθμισμένος
—
ανατέλνω
—
υδροπληξία
—
ακρίς
—
μεταλαβαίνω
—
διαρρίπισμα
—
ζωόκολλα
—
κοπρανολογία
—
ενεμήθην
—
μορτή
—
υπερίσχυση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве