|
позорный, постыдный, позорящий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово позорный? — ατιμαστικός как на (ново)греческом будет слово постыдный? — ατιμαστικός как на (ново)греческом будет слово позорящий? — ατιμαστικός как с (ново)греческого переводится слово ατιμαστικός? — позорный, постыдный, позорящий — εξίσταμαι — χειροδικώ — ελληνορωσσικός — λουκούμι — τοιχοκολλητής — γυμνοσάλιαγκος — βουτυροπώλης — αστρογγύλευτος — πανοραματικός — εξευγένιση — μείξη — συλλαβόγριφος — ράισμα — οικογενειακότητα — τυπογράφος — στενογραφικός — επαναστροφή — εκτοξευτικός — δημηγορία — κριτής — αποτιμητής |
|||