|
το прозвище, кличка; βγάζω κάποιου ~ — дать прозвище (__кому-л.__) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прозвище? — παρωνύμιον как на (ново)греческом будет слово кличка? — παρωνύμιον как с (ново)греческого переводится слово παρωνύμιον? — прозвище, кличка — καραβόσχοινον — τουλούμι — έχω — μακεδονήσι — Αυγερινός — μολόχη — γαμιστράκιας — ξεκούρασμα — ένωση — καλαμάκι — ζαμπούνης — απέχθεια — ναρκωτισμός — ανελήφθην — σιδηρουργός — βυτιοποιείον — σκιοφωτισμός — κατακρήμνισμα — δαχτυλιδάκι — διάργυρος — ου |
|||