Новогреческий словарь
σπαρτιάτικος
σπαρτιάτικ|ος
спартанский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спартанский
? —
σπαρτιάτικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπαρτιάτικος
? — спартанский
#
(ново)греческий словарь
—
σχισμή
—
πραγματισμός
—
κούφαμα
—
σεισμομετρικός
—
σμπαραλιάζω
—
πιώμα
—
εντεροειδής
—
Αμερικάνα
—
βραχύβιος
—
τυφλίτης
—
αναγουλιά
—
ντιμινουέντο
—
παρακάλιο
—
διεκφεύγω
—
αμαξουργός
—
κρηνίδα
—
απώγων
—
Ισπανός
—
πακετάρω
—
υδρεύομαι
—
ηγουμενεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве