|
ο мин. порфир #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово порфир? — πορφυρίτης как с (ново)греческого переводится слово πορφυρίτης? — порфир — λουρώνω — καπνικός — βακτηριολογία — συντριβή — δρύϊνος — εναποθέτω — σαυρίδα — βιβλιοβριθής — σερβιτσάλι — κτείνω — μολογάω — δημοτικίστρια — ροώδης — ξεψυχισμένα — ερυθροβαφής — τσουκνιδόσουπα — αποκομιδή — ελαιοδεκάτη — αγάλλομαι — αντενδείκνουμαι — ξεπάτωμα |
|||