|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άγαρμπος? — — παλληκαρίστικος — εργοστάτης — ανέγνωρος — μαλλινίζω — ίζημα — ευλύγιστος — ορίγανον — αναχασμιούμαι — ενθύμημα — αστροδίαιτος — μπεκρολόϊ — τουρκοσπορίτης — απόσυρση — μετακινητός — κυστίτιδα — επεγενόμην — χονδρική — βουλή — καμφορέλαιο — κακογλωσσιά — προοπτικός |
|||