|
редко, нечасто #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово редко? — σπάνια как на (ново)греческом будет слово нечасто? — σπάνια как с (ново)греческого переводится слово σπάνια? — редко, нечасто — ελάφι — επιμηκύνω — εξάρι — συνοικώ — υπερασπιστός — μπαξεβάνος — λεξικολογία — απηγορευμένος — κυκλοτρόνιον — βακχευτής — κυρίαρχος — μεταξοσκωληκοτροφικός — ακαζάνιαστος — μαρτύρευμα — σισύρα — διλοχία — χρυσούφαντος — μαρμαροκόλωνο — κουτορνίθι — ανάσσω — σμαραγδόχρους |
|||