|
бескрылый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бескрылый? — απτερύγωτος как с (ново)греческого переводится слово απτερύγωτος? — бескрылый — αντιαρθριτικός — βιβρώσκω — αμπελουργική — θηλυκό — παραμικρό — φρύαγμα — ήρα — λιγότερος — τρυγόνα — σφουγγάρισμα — χειροβάδιση — νονά — απελεύθερος — Ρουμελιώτισσα — γυναικίτι — εγχυτήρας — θυγάτηρ — μπαφιασμένος — μέρεμα — αγροίκιστος — ζαχαροποιός |
|||