|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πεπλόγλαυκα? — — κωματώδης — μέλεγος — λεμονάδα — καθρεφτάς — κόπρισμα — κοκκώδης — δοκιμή — παράβλαστος — πρόστυχος — ξεχερσωμένος — γλωσσοβολιά — στερεότυπο — λιοτρουβιό — μετριοφροσύνη — κοκκαλένιος — ακαδημαϊκός — ηγουμενοσυμβούλιο — διαβολικά — μαϊτάπι — εδαφολογία — δά |
|||