Новогреческий словарь
φωτογραφία
φωτογραφία
η
фотография
( разн. знач.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фотография
? —
φωτογραφία
как с
(ново)греческого
переводится слово
φωτογραφία
? — фотография
#
(ново)греческий словарь
—
εξαρτημένος
—
αναβαφτίζω
—
σύναρση
—
χονδρικός
—
λιθόστρωση
—
ρητινώδης
—
ευχείριστος
—
αρχικηπουρός
—
αναζώνομαι
—
κατηχήτρια
—
κουφότης
—
γρίπιση
—
υπολογισμός
—
ανδρών
—
ομαλοποιούμαι
—
υδρόρροια
—
καταγεμίζω
—
λαουτιέρης
—
πλοιαρχία
—
διασφηνούμαι
—
ευδιάλυτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве