|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μηλόκρασο? — — ξέζωσμα — γουρουνοπέτσι — επίλεπτος — μουγγαίνω — γαμβροθήρας — χρηματιστικός — μεξικανικός — ψευδεπιστήμονας — αποσυνάπτω — γκέγκης — βιολόγος — καφέ-αμάν — κόκκυξ — ενηλικίωση — σπάρθηκα — κιθαρωδός — φτάρμισμα — λιπαντέλαιο — υπνωτικά — προδοσία — απορράφτω |
|||